Η πρωκταλγία χαρακτηρίζεται από έντονο αιφνίδιο πόνο στον πρωκτό, ο οποίος διαρκεί λίγα δευτερόλεπτα (έως 30″) και δεν οφείλεται σε οργανική νόσο.
Η αιτιολογία αυτής της κατάστασης είναι άγνωστη, υπάρχει όμως ομοφωνία ότι οφείλεται συνήθως σε σπασμό του ανελκτήρα μυ πρωκτού (σύνδρομο LAS), ή στο λειτουργικό σύνδρομο πόνου στον πρωκτό, που αναφέρεται ως πρωκταλγία fugax (φευγαλέα πρωκταλγία).
Η εκδήλωση της πρωκταλγίας είναι ιδιαίτερα ενοχλητική. Στην αρχή δημιουργείται μια αίσθηση κράμπας 5 -10 εκατοστά πάνω από τον πρωκτό. Ο πόνος γίνεται σταδιακά πιο έντονος, σε σημείο που ο ασθενής να μη τον ανέχεται. Ο πόνος μπορεί να προκληθεί ξαφνικά και να ξυπνήσει τον ασθενή στον ύπνο του. Περιγράφεται ως οξύς πόνος ψηλά στο ορθό συνήθως αριστερά χαμηλά στην κοιλιά, που κάνει τον ασθενή νιώθει σαν «κάποιος να στρίβει ένα μαχαίρι μέσα στο έντερο του». Μεταξύ των επεισοδίων ο ασθενής δεν έχει κανένα απολύτως ενόχλημα.
Η αντικειμενική εξέταση πρέπει να είναι λεπτομερής για να αποκλειστούν άλλες νόσοι του πρωκτού – ορθού.
Η διάγνωση γίνεται πάντα αποκλείοντας άλλες αιτίες, όπως για παράδειγμα:
Για τον λόγο αυτό η ορθο–πρωκτοσκόπηση θεωρείται απολύτως αναγκαία.
Σήμερα οι ψυχολογικοί παράγοντες, και όχι οι σωματικοί, είναι η βάση του προβλήματος. Παρά τον επώδυνο και ιδιαίτερα ενοχλητικό χαρακτήρα της πρωκταλγίας, μόνο το 20–30% των πασχόντων θα συμβουλευτεί το γιατρό. Η καθυστέρηση αυτή οφείλεται κυρίως σε αμηχανία και φόβο για πιθανή διάγνωση κάποιου σοβαρού προβλήματος στην περιοχή.
Τα συμπτώματα είναι τόσο παροδικά που η χορήγηση οποιασδήποτε φαρμακευτικής αγωγής συνήθως δεν είναι απαραίτητη. Αν τα επεισόδια είναι συχνά και παρατεταμένα, έχουν δοκιμαστεί διάφορα φάρμακα όπως η σαλβουταμόλη, κλονιδίνη, ή διάφορα νιτρώδη, αλλά δεν υπάρχουν αποδείξεις για την αποτελεσματικότητά τους. Ενέσεις Botox έχουν δοκιμαστεί με επιτυχία, αλλά χρειάζονται περισσότερες μελέτες. Ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις μπορούν να βοηθήσουν.
Για εμάς το σημαντικότερο σε αυτή την κατάσταση είναι η σαφής διάγνωση, με αποκλεισμό άλλων οργανικών παθήσεων και η διαβεβαίωση του ασθενή ότι δεν υποκρύπτεται κάποια άλλη πάθηση, που πιθανόν είναι απειλή για τη ζωή του.